του Παναγιώτη Μανιάτη
Το Σεπτέμβρη του 1923 ο Τρότσκι δημοσιεύει στην Πράβντα το άρθρο «Προλεταριακή κουλτούρα και προλεταριακή τέχνη» στο οποίο και απορρίπτει τις παραπάνω έννοιες με βάση την αντίληψη ότι η δικτατορία του προλεταριάτου αποτελεί σύντομη μεταβατική περίοδο και έτσι το προλεταριάτο δε θα χει αρκετό χρόνο για να δημιουργήσει τη δική του κουλτούρα. Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Το προλεταριάτο θά ’χει αρκετό χρόνο για να δημιουργήσει «προλεταριακή» κουλτούρα; Αντίθετα από το καθεστώς των δουλοκτητών, των φεουδαρχών και των αστών, το προλεταριάτο θεωρεί τη δικτατορία του σαν μια σύντομη μεταβατική περίοδο. Όταν θέλουμε να καταγγείλουμε τις πάρα πολύ αισιόδοξες αντιλήψεις για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, υπογραμμίζουμε ότι η περίοδος της κοινωνικής επανάστασης, σε παγκόσμια κλίμακα, δε θα κρατήσει μήνες μα χρόνια και δεκάχρονα· δεκάχρονα, μα όχι αιώνες κι ακόμα λιγότερο χιλιετηρίδες.»[1],
ενώ λίγο παρακάτω γράφει:
«Με άλλα λόγια κατά την περίοδο της δικτατορίας δε μπορεί να γίνει λόγος για τη δημιουργία καινούργιας κουλτούρας, δηλαδή για την πλατύτερη ιστορική οικοδόμηση. Σ’ αντάλλαγμα, η πολιτιστική οικοδόμηση θα είναι χωρίς προηγούμενο στην ιστορία όταν η σιδερένια γροθιά της δικτατορίας δε θά ’ναι πια αναγκαία, δε θά ’χει πια χαρακτήρα ταξικό. Απ’ όπου πρέπει να συμπεράνουμε γενικά πως όχι μόνο δεν υπάρχει προλεταριακή κουλτούρα, μα και πως δε θα υπάρξει. Και να πούμε την αλήθεια δεν υπάρχει λόγος να λυπόμαστε γι’ αυτό. Το προλεταριάτο πήρε την εξουσία ίσα-ίσα για να ξεμπερδέψει μια για πάντα με την ταξική κουλτούρα και για ν’ ανοίξει το δρόμο σε μιαν ανθρώπινη κουλτούρα. Μοιάζουμε να το ξεχνάμε αυτό πάρα πολύ συχνά».[2]
Οι απόψεις αυτές αποτελούν αντανάκλαση των πολιτικών του απόψεων πράγμα το οποίο βλέπουμε και αλλού στο κείμενο: «Στην πραγματικότητα, όσο σημαντική και ζωτική κι αν μπορεί να είναι η πολιτιστική μας οικοδόμηση, αυτή τοποθετείται εξολοκλήρου κάτω από το σήμα της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας επανάστασης. Είμαστε πάντα στρατιώτες σε εκστρατεία. Έχουμε για την ώρα μια μέρα ανάπαψη, κι αυτή μας χρειάζεται για να πλύνουμε το πουκάμισό μας, να κόψουμε τα μαλλιά μας και πρώτ’ απ’ όλα για να καθαρίσουμε και να γρασάρουμε το τουφέκι μας».[3]
Η τοποθέτηση του Τρότσκι προκάλεσε αντιδράσεις [4] μιας και ο όρος «προλεταριακή κουλτούρα» την εποχή εκείνη θεωρούνταν δεδομένος και η διαπάλη αφορούσε το περιεχόμενο που θα πρέπει να του δοθεί. Έτσι έχουμε την καταδίκη της άποψης του στην απόφαση της 1ης Πανενωσιακής Συνδιάσκεψης των Προλεταριακών Συγγραφέων ενώ ο Λουνατσάρσκι, σαν κύριος εκφραστής της πολιτιστικής πολιτικής του Κόμματος από τη θέση του Λαϊκού Επιτρόπου Παιδείας, στο άρθρο του «Σχετικά με την προλεταριακή κουλτούρα» την αντικρούει λέγοντας:
«Η αντίρρηση ότι το προλεταριάτο δε φέρνει τη δική του ταξική κουλτούρα, αλλά μια πανανθρώπινη εξωταξική κουλτούρα δεν αντέχει στην κριτική. Στο προλεταριακό κράτος (σοβιετικό καθεστώς), στην προλεταριακή φιλοσοφία και κοινωνιολογία (μαρξισμός), στις προλεταριακές οργανώσεις του τρόπου ζωής (συνδικάτα, συνεταιρισμοί) έχουμε τα ισχυρά βάθρα μιας καινούριας, προλεταριακής κουλτούρας.»[5],
ενώ λίγο παρακάτω επισημαίνει:« Το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην κατάκτηση της δικτατορίας και την εγκαθίδρυση του κομμουνιστικού συστήματος θα είναι για μας αναπόφευκτα μακρόχρονο. Η εποχή αυτή δεν μπορει και δεν πρέπει να μείνει χωρίς την κουλτούρα της.»[6]
Η σοβιετική εμπειρία μας έδειξε το λανθασμένο της άποψης του Τρότσκι μιας και οι συσχετισμοί δεν ήταν υπέρ της ΕΣΣΔ για να στηριχτεί στοιχειωδώς το επιχείρημα περί «σύντομης μεταβατικής περιόδου». Επίσης, η ταξική πάλη διεξάγεται και στον τομέα της κουλτούρας και μάλιστα σε οξυμένη μορφή σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης. Συνεπώς, εσωτερικά και εξωτερικά έχεις να αντιμετωπίσεις τον πολιτιστικό σου αντίπαλο και η φιλολογία περί «πανανθρώπινης» κουλτούρας σε οδηγεί στην πραγματικότητα σε παροπλισμό. Ακόμα, είναι παραπλανητική η δικαίωση, απο αναθεωρητικές και αστικές μελέτες, της τροτσκιστικής αντίληψης που την παρουσιάζουν ως μια διευρυμένη άποψη για τα πολιτιστικά, μιας και στον αντίποδα τοποθετούν, όχι τη λενινιστική αντίληψη, αλλά τις σεχταριστικές θέσεις κατά βάση της ηγετικής ομάδας του Προλετκούλτ και μετέπειτα της ΡΑΠΠ, που διακρίνονταν από μια στενή και στρεβλή εργατίστικη αντίληψη. Γι’ αυτό το λόγο κιόλας το ΚΚΡ(μπ) με την απόφαση του 1932 αποφάσισε τη διάλυση τους. Συνεπώς, οι αναζητήσεις της εποχής περί «προλεταριακής κουλτούρας»(δεκαετία 20) και «σοσιαλιστικού ρεαλισμού»(δεκαετία 30) γενικά στηρίζονταν σε μια ορθολογικότερη βάση αν και χρειάζονται περισσότερη διερεύνηση ως όροι, ίσως και ως περιεχόμενο, πράγμα το οποίο θα γίνει σε επόμενες αναρτήσεις.
Παραπομπές
[1] Τρότσκι Λεόν, Λογοτεχνία και Επανάσταση, http://www.marxistbooks.gr/logotexn_h.htm
[2] Το ίδιο
[3] Το ίδιο
[4] Βογιάζος Α., Σοσιαλισμός και Κουλτούρα, Α, Θεμέλιο, Αθήνα 1979, σελ. 27
[5] Το ίδιο, σελ 265
[6] Το ίδιο