ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ «ΖΒΕΖΝΤΑ» ΚΑΙ «ΛΕΝΙΝΓΚΡΑΝΤ» (1946)
Από την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής βγαίνει ότι το σοβαρότερο λάθος του περιοδικού «Ζβεζντά»* ήταν πως άνοιξε τις σελίδες του στις «λογοτεχνικές δημιουργίες» του Ζοστσένκο και της Αχμάτοβα. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να αναφέρουμε εδώ το «έργο» του Ζοστσένκο «Οι περιπέτειες μιας μαϊμούς». Το διαβάσατε, ίσως, όλοι και το ξέρετε καλύτερα από μένα. Το έργο τούτο έχει σκοπό του –αυτό είναι το νόημά του- να παραστήσει τεμπέληδες και τέρατα, ηλίθιους και πρωτόγονους τους σοβιετικούς ανθρώπους. Η δουλειά των σοβιετικών ανθρώπων, οι προσπάθειές τους και ο ηρωισμός τους, οι υψηλές κοινωνικές και ηθικές αρετές τους δεν ενδιαφέρουν τον Ζοστσένκο. Το θέμα τούτο λείπει πάντα από τα έργα του. Αυτός ο ξεφτισμένος μικροαστός διάλεξε για μόνιμο θέμα την ανάλυση των πιο ταπεινών, των πιο μικρόψυχων πλευρών της ζωής. Αυτή η κλίση του να σκαλίζει τα μικροπράματα δεν είναι τυχαία. Χαρακτηρίζει όλους τους πλαδαρούς αστούς συγγραφείς, που ανάμεσά τους πρέπει να κατατάξουμε και τον Ζοστσένκο. Ο Γκόρκι μίλησε πολύ γι’ αυτούς τον καιρό του. Θυμάστε πώς στιγμάτισε ο Γκόρκι, στο συνέδριο των σοβιετικών συγγραφέων του 1934, τους «λογίους», αν μπορώ να τους πω έτσι, που δεν βλέπουν πέρα από τις βρωμιές και τις γάνες του μαγερειού.
«Οι περιπέτειες μιας μαϊμούς» δεν ξεφεύγουν από τα πλαίσια των συνηθισμένων γραφτών του Ζοστσένκο. Το «έργο» όμως; Αυτό τράβηξε την προσοχή της κριτικής, γιατί είναι το πιο χτυπητό παράδειγμα για ό,τι πιο αρνητικό υπάρχει μέσα στη λογοτεχνική του «παραγωγή». Είναι γνωστό ότι από τον καιρό που γύρισε στο Λένινγκραντ –απ’ όπου είχε φύγει όταν γινόταν η εκκένωση της πόλης- ο Ζοστσένκο έγραψε πολλά βιβλία που τα χαρακτηρίζει η αδυναμία του να βρει μέσα στη σοβιετική ζωή έστω και ένα μονάχα θετικό στοιχείο, έστω κι έναν θετικό τύπο. Όπως στις «Περιπέτειες μιας μαϊμούς» ο Ζοστσένκο συνηθίζει να κοροϊδεύει τη σοβιετική ζωή, τους σοβιετικούς θεσμούς, τους σοβιετικούς πολίτες, καμουφλάροντας αυτή την κοροϊδία με τη μάσκα μιας άδειας αστειολογίας και ενός κούφιου χιούμορ.
Αν διαβάσετε προσεκτικά, αν εμβαθύνετε στη νουβέλα αυτή –«Οι περιπέτειες μιας μαϊμούς»- θα δείτε ότι ο Ζοστσένκο δίνει στη μαϊμού ρόλο ανώτατου κριτή των θεσμών μας και τη βάζει να κάνει στους σοβιετικούς ανθρώπους ένα είδος μάθημα ηθικής. Παρασταίνει τη μαϊμού σα μια λογική αρχή, που μπορεί να κρίνει τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Του Ζοστσένκο του χρειάστηκε να δώσει, από τη ζωή των σοβιετικών ανθρώπων, μια εικόνα εσκεμμένα τερατώδικη, γελοιογραφική και χυδαία για να βάλει στο στόμα της μαϊμούς ένα ύπουλο και αντισοβιετικό λογάκι: καλύτερα να ζεις σε ζωολογικό κήπο παρά ελεύθερος, και ανασαίνεις καλύτερα μέσα σε κλούβα, παρά ανάμεσα στους σοβιετικούς ανθρώπους.
Μπορεί να πέσει κανείς πιο χαμηλά στην ηθική και πολιτική κλίμακα; Και πώς μπόρεσαν οι λενινγκραδέζοι να ανεχτούν μια τέτοια αχρειότητα, μια τέτοια βρωμιά στα περιοδικά τους;
Αν το περιοδικό «Ζβεζντά» προσφέρει στους αναγνώστες του έργα τέτοιας ποιότητας, πόσο αδύνατη πρέπει να είναι η επαγρύπνιση των λενινγκραδέζων που διευθύνουν το περιοδικό αυτό, ώστε να φτάσουν να δημοσιεύουν εκεί μέσα έργα δηλητηριασμένα από ζωώδικο μίσος ενάντια στο σοβιετικό καθεστώς. Μόνο το κατακάθι της λογοτεχνίας μπορεί να γεννοβολά τέτοια «έργα» και μόνο άνθρωποι τυφλοί και χωρίς πολιτικότητα μπορούν να τα βάζουν σε κυκλοφορία.
* «Ζβεζντά»=Αστέρι
Λένε ότι ο μύθος του Ζοστσένκο έκανε το γύρο των θεάτρων του Λένινγκραντ. Πόσο αδύνατη πρέπει να κατάντησε η ιδεολογική καθοδήγηση στο Λένινγκραντ για να μπορούν να γίνονται τέτοια πράγματα! Ο Ζοστσένκο, με τη σιχαμερή ηθική του, κατάφερε να μπει σε ένα μεγάλο περιοδικό του Λένινγκραντ και να στρογγυλοκαθίσει εκεί με όλες του τις ανέσεις. Όμως, το περιοδικό «Ζβεζντά» είναι όργανο που έχει χρέος να διαπαιδαγωγεί τη νεολαία μας. Βρίσκεται, ωστόσο, στο ύψος της αποστολής του ένα περιοδικό που φιλοξένησε έναν συγγραφέα τόσο χυδαίο και τόσο λίγο σοβιετικό σαν τον Ζοστσένκο; Αγνοούσε τάχα η σύνταξη της «Ζβεζντά» τη φυσιογνωμία του Ζοστσένκο; Μήπως, τελευταία ακόμα, στις αρχές του 1944, το περιοδικό «Μπολσεβίκ» δεν έκανε αυστηρή κριτική για μια σκανδαλώδικη νουβέλα του Ζοστσένκο, «Πριν ν’ ανατείλει ο ήλιος», που δημοσιεύτηκε μες στη βράση του απελευθερωτικού πολέμου του σοβιετικού λαού ενάντια στους γερμανούς εισβολείς; Ο Ζοστσένκο ξέχυνε μέσα κει όλη του τη μικρόχαρη και χυδαία ψυχή, με ευφροσύνη, με ηδονή, με τον πόθο να δείξει σ’ όλο τον κόσμο: «Για δέστε τι αγύρτης είμαι».
Είναι δύσκολο να βρει κανείς στη λογοτεχνία μας κάτι πιο αηδιαστικό από την «ηθική» που κηρύττει ο Ζοστσένκο στη νουβέλα του «Πριν ν’ ανατείλει ο ήλιος», όπου παρουσιάζει σα ζώα αηδιαστικά και ακόλαστα, χωρίς ούτε ντροπή, ούτε συνείδηση τους ανθρώπους και τον εαυτό του. Και την ηθική αυτή την πρόβαλε στους σοβιετικούς αναγνώστες, την ώρα που ο λαός μας έχυνε το αίμα του σε έναν πόλεμο με σκληράδα χωρίς προηγούμενο, την ώρα που η ζωή του σοβιετικού κράτους κρεμότανε μονάχα από μια κλωστή, τον καιρό που ο σοβιετικός λαός έκανε αμέτρητες θυσίες για τη νίκη ενάντια στους γερμανούς, τότε που ο Ζοστσένκο, χωμένος κουραμπιέδικα στην Άλμα Άτα –μακριά στο μετόπισθεν- δεν έκανε τίποτε για να βοηθήσει το σοβιετικό λαό στον αγώνα του ενάντια στους γερμανούς εισβολείς. Δίκαια, λοιπόν, το «Μπολσεβίκ» τον μαστίγωσε σαν κοινό λιβελλογράφο, ξένο προς τη σοβιετική λογοτεχνία. Την εποχή εκείνη κορόιδεψε την κοινή γνώμη. Και να πού σε λιγότερο από δυο χρόνια, πριν ακόμα στεγνώσει το μελάνι που γράφτηκε το σχόλιο του «Μπολσεβίκ», ο ίδιος αυτός ο Ζοστσένκο γυρίζει θριαμβικά στο Λένινγκραντ και αρχίζει να περιφέρεται ελεύθερα στους δρόμους της πόλης. Όχι μόνο η «Ζβεζντά», μα και το περιοδικό «Λένινγκραντ» δημοσιεύουν ευχαρίστως τα γραφτά του. Στα θέατρα ανεβάζουν πρόθυμα τα έργα του. Και ακόμα παραπάνω, του δίνουν τη δυνατότητα να πάρει διευθυντική θέση στο τμήμα της Ένωσης των συγγραφέων στο Λένινγκραντ και να παίζει ενεργό ρόλο στη φιλολογική ζωή της πόλης. Για ποιο λόγο αφήνετε τον Ζοστσένκο να απλώνει την αρίδα του στα λογοτεχνικά οικόπεδα του Λένινγκραντ; Γιατί τα κομματικά στελέχη του Λένινγκραντ, γιατί η οργάνωση των συγγραφέων επέτρεψαν πράματα τόσο επαίσχυντα;
Αυτή την κοινωνική και πολιτική, καθώς και, τη λογοτεχνική φυσιογνωμία, τη σάπια και διεφθαρμένη ως το μεδούλι, δεν την απόκτησε τώρα τελευταία ο Ζοστσένκο. Τα τωρινά του γραφτά δεν είναι καθόλου τυχαία. Είναι απλώς η συνέχεια όλης της φιλολογικής του «κληρονομιάς», που χρονολογείται εκεί, κατά το 1920.
Ποιος ήταν ο Ζοστσένκο στο παρελθόν; Ήταν ένας από τους οργανωτές της φιλολογικής ομάδας «Αδελφοί Σεραπίονες»*. Ποια ήταν η κοινωνική και πολιτική φυσιογνωμία του Ζοστσένκο εκείνη την εποχή; Επιτρέψτε μου να αναφερθώ στο περιοδικό «Φιλολογικά Χρονικά», φύλλο 3 του 1922, όπου οι ιδρυτές αυτής της ομάδας εξέθεταν το «πιστεύω» τους. Ανάμεσα σε άλλα μαργαριτάρια βρίσκουμε εκεί σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Για τον εαυτό μου και για μερικά άλλα πράγματα» το «σύμβολο της πίστεως» του Ζοστσένκο. Ο Ζοστσένκο αυτοαποκαλύπτεται δημόσια, χωρίς καθόλου να ενοχλείται και εκφράζει ολότελα ανοιχτά τις πολιτικές και φιλολογικές του γνώμες, ακούστε τον: