Archive for Νοέμβριος, 2013


Από αρχείο Ριζοσπάστη Αραγκόν Παρισινό υστερόγραφο

Από αρχείο Ριζοσπάστη Συνέντευξη του Μπόρις Πολεβόϊ

 πηγή http://www.kar.org.gr/ Κίνηση Απελάστε το Ρατσισμό. Το χω ξαναδημοσιεύσει αλλά στα αγγλικά.

1Για δεκαετίες στους κύκλους της τέχνης κυκλοφορούσε  σαν φήμη ή σαν αστείο αλλά τώρα επιβεβαιώνεται ως γεγονός. Η CIA χρησιμοποιούσε την αμερικάνικη μοντέρνα τέχνη των Jackson Pollock, Robert Motherwell, Willem de Kooning και Mark Rothko ως όπλο στον Ψυχρό Πόλεμο. Με τον ίδιο τρόπο που δρούσαν οι πρίγκηπες της Αναγέννησης  – μόνο που  ενεργούσε κρυφά – η CIA ενίσχυσε και προώθησε τον αμερικάνικο αφηρημένο εξπρεσιονισμό σε όλο τον κόσμο για πάνω από 20 χρόνια.

Η σύνδεση μεταξύ τους είναι αδιανόητη. Ήταν μια περίοδος, στη δεκαετία του 1950 και του 1960, που η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών αντιπαθούσε ή ακόμη και περιφρονούσε την σύγχρονη τέχνη – ο Πρόεδρος Τρούμαν συνόψισε την επικρατούσα άποψη όταν είπε: «Αν αυτό είναι τέχνη, τότε είμαι Χότεντοτ». Όσο για τους ίδιους τους καλλιτέχνες, πολλοί ήταν πρώην κομμουνιστές που μετά βίας γίνονταν αποδεκτοί στην Αμερική του McCarthy και σίγουρα δεν ήταν το είδος των ανθρώπων που ήταν πιθανό να λάβουν υποστήριξη από την  κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Γιατί τους υποστήριξε η CIA; Επειδή στον πόλεμο προπαγάνδας με τη Σοβιετική Ένωση, η νέα καλλιτεχνική κίνηση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως απόδειξη της δημιουργικότητας, της πνευματική ελευθερίας και της δύναμης του πολιτισμού στις ΗΠΑ. Η Ρωσική τέχνη, δεμένη μ’ έναν κομμουνιστικό ιδεολογικό ζουρλομανδύα, δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί κάτι τέτοιο.

Η ύπαρξη αυτής της πολιτικής, φημολογείται και αμφισβητείται εδώ και πολλά χρόνια, αλλά έχει πλέον επιβεβαιωθεί για πρώτη φορά από πρώην υπαλλήλους της CIA . Άγνωστη στους καλλιτέχνες, η νέα αμερικανική τέχνη προωθήθηκε κρυφά στο πλαίσιο μιας πολιτικής γνωστής ως το «μακρύ λουρί» – παρόμοιες ρυθμίσεις είχαν γίνει με την έμμεση υποστήριξη του περιοδικού Encounter από τη CIA, που εκδιδόταν από τον Stephen Spender.

Η απόφαση για την ένταξη του πολιτισμού και της τέχνης στο οπλοστάσιο των ΗΠΑ για χρήση στον Ψυχρό Πόλεμο ελήφθει μόλις η CIA ιδρύθηκε το 1947. Σοκαρισμένοι από το πόσο ελκυστικός ήταν ο κομμουνισμός για πολλούς διανοούμενους και καλλιτέχνες στη Δύση, η νέα υπηρεσία έφτιαξε ένα τμήμα, το τμήμα Απογραφής Στοιχείων Προπαγάνδας (Propaganda Assets Inventory) που επηρέαζε στο αποκορύφωμά της  περισσότερες από 800 εφημερίδες, περιοδικά και οργανισμούς πληροφοριών. Αστειεύονταν λέγοντας ότι ήταν σαν ένα τζουκμπόξ της Wurlitzer: όταν η CIA πατούσε ένα κουμπί μπορούσε να ακούσει ότι τραγούδι ήθελε να παίζεται σε όλο τον κόσμο .

Το επόμενο σημαντικό βήμα ήρθε το 1950, όταν δημιουργήθηκε το Τμήμα Διεθνών Οργανώσεων (International Organisations Division) από τον Tom Braden. Η υπηρεσία αυτή επιδότησε μια εκδοχή της Φάρμας των Ζώων του Τζορτζ Όργουελ σε κινούμενα σχέδια, δόθηκαν χορηγίες σε αμερικανούς καλλιτέχνες της τζαζ, σε παραστάσεις όπερας και στο διεθνές πρόγραμμα περιοδειών της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης. Πράκτορες της υπήρχαν στην βιομηχανία κινηματογράφου, σε εκδοτικούς οίκους, εμφανίζονταν ακόμη και ως συγγραφείς ταξιδιωτικών οδηγών για τους πετυχημένους οδηγούς Fodor. Και τώρα ξέρουμε ότι προώθησαν το πρωτοποριακό αναρχικό κίνημα της Αμερικής, τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό.

Αρχικά, έγιναν πιο ανοιχτές προσπάθειες για να υποστηρίξουν τη νέα αμερικανική τέχνη. Το 1947, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ οργάνωσε και πλήρωσε για μια περιοδεύουσα έκθεση διεθνούς κύρους με τίτλο «Η προώθηση της αμερικανικής τέχνης», με στόχο να αντικρούσουν τις σοβιετικής απόψεις  ότι η Αμερική ήταν μια πολιτιστική έρημος. Αλλά η έκθεση προκάλεσε την οργή στις ΗΠΑ, αναγκάζοντας τον Τρούμαν να κάνει την παρατήρηση σε σχέση με τους Χότεντοτ και ένα πικραμένο γερουσιαστή να δηλώνει: «Είμαι απλά ένας χαζός Αμερικανός που πληρώνει φόρους για αυτού του είδος των σκουπιδιών». Έτσι η έκθεση ακυρώθηκε.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αντιμετώπιζε ένα δίλημμα. Η άγνοια, σε συνδυασμό με τις υστερικές καταγγελίες του Joseph McCarthy για ότι ήταν πρωτοποριακό ή ανορθόδοξο, ήταν βαθιά ενοχλητική. Απαξιώνονταν η ιδέα ότι η Αμερική ήταν μια εξελιγμένη,  πολιτιστικά πλούσια δημοκρατία. Επίσης, αυτό εμπόδισε την κυβέρνηση των ΗΠΑ να εδραιώσει την μετατόπιση της πολιτιστικής υπεροχής από το Παρίσι στη Νέα Υόρκη από το 1930 . Για να επιλυθεί αυτό το δίλημμα, ανέλαβε δράση η CIA.

Η σύνδεση δεν είναι τόσο παράξενη όσο μπορεί να φαίνεται. Προς το παρόν η νέα υπηρεσία, η οποία στελεχωνόταν κυρίως από αποφοίτους του Γέιλ και του Χάρβαρντ, πολλοί από τους οποίους ήταν συλλέκτες έργων τέχνης και έγραφαν μυθιστορήματα στον ελεύθερο χρόνο τους, αποτελούσε ένα καταφύγιο του φιλελευθερισμού σε σύγκριση με ένα πολιτικό κόσμο που κυριαρχούταν από τον McCarthy ή απο τον J Edgar Hoover του FBI. Αν κάποιο επίσημο θεσμικό όργανο ήταν σε θέση να πανηγυρίσει ότι είχε μαζέψει λενινιστές, τροτσκιστές και γερούς πότες που αποτελούσαν το New York School, αυτή ήταν η CIA.

Μέχρι τώρα δεν έχουν υπάρξει στοιχεία από πρώτο χέρι που να αποδεικνύουν ότι αυτή η σύνδεση έγινε, αλλά για πρώτη φορά ένας πρώην αξιωματικός ο Donald Jameson, έχει σπάσει τη σιωπή. Ναι, λέει, η υπηρεσία είδε τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό ως μια ευκαιρία και δούλεψε μ’ αυτόν.

Όσον αφορά τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό, «θα ήθελα πολύ να είμαι σε θέση να πω ότι η CIA τον ανακάλυψε ακριβώς για να δούμε τι θα συμβεί στη Νέα Υόρκη και στο SoHo αύριο» αστειεύτηκε.  «Αλλά πιστεύω ότι αυτό που πραγματικά κάναμε ήταν να αναγνωρίσουμε τη διαφορά».  Ήταν γνωστό ότι ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός ήταν το είδος της τέχνης που έκανε τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό να φαίνεται ακόμα πιο στυλιζαρισμένος και περισσότερο άκαμπτος και περιοριστικός από ότι ήταν. Και ότι η σχέση αυτή αξιοποιήθηκε σε ορισμένες από τις εκθέσεις.

«Κατά κάποιο τρόπο η κατανόησή μας βοηθήθηκε επειδή η Μόσχα εκείνες τις εποχές ήταν πολύ εχθρική στην καταγγελία της μη συμμόρφωσης προς τα δικά της πολύ αυστηρά πρότυπα. Μπορούσε έτσι να συμπεράνουμε επαρκώς και με ακρίβεια πως οτιδήποτε που επέκρινε άξιζε υποστήριξη με τον έναν ή τον άλλο τρόπο».

Για να συνεχιστεί το υπόγειο ενδιαφέρον για την αριστερή πρωτοπορία της Αμερικής, η CIA έπρεπε να είναι σίγουρη πως η χορηγία της δεν έπρεπε να γίνει γνωστή. «Τα θέματα αυτού του είδους μπορούσαν να γίνουν μόνο με δύο ή τρεις κινήσεις» εξήγησε ο κ. Jameson, «έτσι ώστε να μην υπήρχε κανένα ζήτημα για να καθαρίσει το όνομα του Jackson Pollock, για παράδειγμα, ή οτιδήποτε που θα περιελάμβανε αυτούς τους ανθρώπους στην οργάνωση. Και δεν θα μπορούσαν να ήταν πιο κοντά, επειδή οι περισσότεροι ήταν άνθρωποι που είχαν πολύ λίγο σεβασμό για την κυβέρνηση και σίγουρα κανένας για τη CIA. Εάν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν άνθρωποι που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θεωρούσαν τους εαυτούς τους ότι βρίσκονταν πιο κοντά στη Μόσχα παρά στην Ουάσιγκτον τότε τόσο το καλύτερο».

Αυτό ήταν το «μακρύ λουρί». Το επίκεντρο της εκστρατείας της CIA ήταν το Κογκρέσο για την Πολιτιστική Ελευθερία (Congress for Cultural Freedom), ένα τεράστιο πανηγύρι διανοουμένων, συγγραφέων, ιστορικών, ποιητών και καλλιτεχνών, το οποίο φτιάχτηκε με κονδύλια της CIA το 1950 και διοικούνταν από έναν πράκτορα της CIA. Ήταν το προγεφύρωμα μέσω του οποίου ο πολιτισμός θα μπορούσε να αποκρούσει τις επιθέσεις της Μόσχας και των «συνοδοιπόρων» της στη Δύση. Στο απόγειο της επιτυχίας του, είχε γραφεία σε 35 χώρες και εξέδιδε πάνω από εικοσιτέσσερα περιοδικά, μεταξύ αυτών και το Encounter.

Το Κογκρέσο για την Πολιτιστική Ελευθερία έδωσε επίσης στη CIA το τέλειο πρόσχημα για την προώθηση ενός συγκεκαλυμμένου ενδιαφέροντος για τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό. Ήταν ο επίσημος χορηγός για τις περιοδεύουσες εκθέσεις, τα περιοδικά της παρείχαν χρήσιμες πλατφόρμες σε κριτικούς που διάκεινταν ευνοϊκά προς τη νέα αμερικανική ζωγραφική και κανείς, ούτε οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, δεν θα μπορούσαν να το αντιληφθούν.

Η οργάνωση αυτή έκανε διάφορες εκθέσεις του αφηρημένου εξπρεσιονισμού κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Μια από τα πιο σημαντικές , «Η νέα αμερικάνικη ζωγραφική» επισκέφθηκε κάθε μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη το 1958-59. Άλλες σημαντικές εκθέσεις ήταν η «Σύγχρονη τέχνη στις Ηνωμένες Πολιτείες» (1955) και  «Τα αριστουργήματα του εικοστού αιώνα» (1952).

Επειδή ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός ήταν ακριβός όσον αφορά τη μετακίνηση και την έκθεση, κλήθηκαν να βοηθήσουν οι εκατομμυριούχοι και τα μουσεία. Ο διαπρεπέστερος  μεταξύ αυτών ήταν ο Νέλσον Ροκφέλερ, του οποίου η μητέρα συν-ίδρυσε το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης. Ως πρόεδρος του «μουσείου της μαμάς» όπως το αποκαλούσε, ο Ροκφέλερ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές του αφηρημένου εξπρεσιονισμού (την οποία ονόμαζε «ζωγραφική της ιδιωτικής πρωτοβουλίας»). Το μουσείο του ήταν συμβεβλημένο με το Κογκρέσο για την Πολιτιστική Ελευθερία για να οργανώνει και να επιβλέπει τις περισσότερες από τις σημαντικές εκθέσεις τέχνης.

Το μουσείο επίσης συνδέθηκε με τη CIA μέσα από διάφορες άλλες γέφυρες. Ο William Paley, ο πρόεδρος του δικτύου ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών CBS και ένας από τους ιδρυτές της CIA, αποτέλεσε ένα από τα μέλη του συμβουλίου του διεθνούς προγράμματος του μουσείου. Πρόεδρός της ήταν ο John Hay Whitney, ο οποίος είχε υπηρετήσει πριν από τον πόλεμο στον πρόδρομο της CIA, το OSS (Office of Strategic Services – Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών). Και ο Tom Braden, ο πρώτος αρχηγός του Τομέα Διεθνών Οργανώσεων της CIA, ήταν ο εκτελεστικός γραμματέας του μουσείου το 1949 .

Τώρα, στα ογδόντα του, ο κύριος Braden ζει στο Woodbridge της Βιρτζίνια σε ένα σπίτι γεμάτο με πίνακες αφηρημένου εξπρεσιονισμού που φρουρείται από τεράστια λυκόσκυλα. Εξήγησε το σκοπό του Τμήματος Διεθνών Οργανώσεων (International Organisations Division).

«Θέλαμε να ενώσουμε όλους τους ανθρώπους που ήταν συγγραφείς, μουσικοί, καλλιτέχνες, για να δείξουμε ότι η Δύση και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αφοσιωμένες  στην ελευθερία της έκφρασης και τα πνευματικά επιτεύγματα, χωρίς άκαμπτα εμπόδια ως προς το τι πρέπει να γραφτεί, τι πρέπει να ειπωθεί, τι πρέπει να γίνει  και το τι πρέπει να ζωγραφιστεί- αυτό συνέβαινε στη Σοβιετική Ένωση. Νομίζω ότι ήταν το πιο σημαντικό τμήμα που είχε ο οργανισμός και νομίζω ότι διαδραμάτισε τεράστιο ρόλο στον Ψυχρό Πόλεμο».

«Επιβεβαίωσε πως το τμήμα του δρούσε κρυφά λόγω της δημόσιας εχθρότητας προς την πρωτοπορία: ήταν πολύ δύσκολο να συμφωνήσει η Γερουσία με μερικά από τα πράγματα που θέλαμε να κάνουμε – να στέλνουμε τέχνη στο εξωτερικό, να στέλνουμε συμφωνικές ορχήστρες στο εξωτερικό, να δημοσιεύουμε περιοδικά στο εξωτερικό. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που έπρεπε να γίνει κρυφά. Έπρεπε να είναι μυστικό. Προκειμένου να ενθαρρυνθεί η διαφάνεια έπρεπε να είμαστε κρυφοί».

Αν αυτό σήμαινε να κάνουμε τον Πάπα στους Μιχαήλ Αγγέλους αυτού του αιώνα, τότε τόσο το καλύτερο: «Χρειάζεται ένας Πάπας ή κάποιος με πολλά χρήματα για να αναγνωρίσει την τέχνη και να την υποστηρίξει», είπε ο κύριος Braden. «Και μετά από πολλούς αιώνες οι άνθρωποι θα λένε «Κοίτα! Το παρεκκλήσι της Καπέλα Σιξτίνα, είναι η πιο όμορφη δημιουργία στη Γη!» Είναι ένα πρόβλημα που ο πολιτισμός έχει αντιμετωπίσει από τότε που υπήρξε ο πρώτος καλλιτέχνης και ο πρώτος εκατομμυριούχος ή Πάπας που τον υποστήριξαν. Και όμως, αν δεν υπήρχαν οι πολυεκατομμυριούχοι ή οι πάπες, δεν θα είχαμε τέχνη».

Θα μπορούσε ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός να ήταν το κυρίαρχο καλλιτεχνικό κίνημα των μεταπολεμικών χρόνων χωρίς αυτή την κηδεμονία; Η απάντηση είναι μάλλον ναι. Επίσης, θα ήταν λάθος να πούμε πως όταν κοιτάς έναν πίνακα αφηρημένης εξπρεσιονιστικής ζωγραφική σε εξαπατά η CIA .

Αλλά κοιτάξτε που κατέληξε αυτή η τέχνη: στις μαρμάρινες αίθουσες των τραπεζών, σε αεροδρόμια, σε δημαρχεία, σε αίθουσες συνεδριάσεων και σε μεγάλες γκαλερί. Για τους πολεμιστές του Ψυχρού Πολέμου που τα προώθησαν, τα έργα αυτά ήταν ένα λογότυπο, μια υπογραφή για τον πολιτισμό και το σύστημα τους τα οποία ήθελαν να εμφανίζονται  παντού όπου είχε νόημα. Και το πέτυχαν.

* Την ολοκληρωμένη ιστορία της CIA και της σύγχρονης τέχνης την αφηγείται το ντοκιμαντέρ «Κρυμμένα Χέρια» (Hidden Hands) στο Channel 4. Η Frances Stonor Saunders γράφει ένα βιβλίο για τον Πολιτιστικό Ψυχρό Πόλεμο.

Η μυστική επιχείρηση Το 1958 η περιοδεύουσα έκθεση «Η νέα αμερικάνικη ζωγραφική»  που περιλάμβανε έργα των Pollock, de Kooning, Motherwell και άλλων, ήταν στο Παρίσι. Η πινακοθήκη Tate επιθυμούσε την έκθεση, αλλά δεν άντεχε οικονομικά να την φέρει στο Λονδίνο. Λίγο αργότερα, ένας αμερικανός εκατομμυριούχος και εραστής της τέχνης, ο Julius Fleischmann , παρενέβη με τα μετρητά του και η έκθεση παρουσιάστηκε στο Λονδίνο.

Ωστόσο, τα χρήματα που παρείχε ο Fleischmann δεν ήταν δικά του, αλλά της CIA. Ήρθαν μέσω ενός φορέα που ονομάζονταν Ίδρυμα Farfield, του οποίου ο Fleischmann ήταν πρόεδρος, αλλά απείχαν πολύ από το να είναι η φιλανθρωπία ενός εκατομμυριούχου, το ίδρυμα ήταν ένα μυστικός αγωγός των κεφαλαίων της CIA.

Έτσι, άγνωστη στην Tate, το κοινό ή τους καλλιτέχνες, η έκθεση μεταφέρθηκε στο Λονδίνο με έξοδα των αμερικανών φορολογούμενων ώστε να εξυπηρετήσει τους προπαγανδιστικούς σκοπούς του Ψυχρού Πολέμου. Ένα πρώην στέλεχος της CIA, ο Tom Braden, περιέγραψε πως στήνονταν τέτοιοι μυστικοί αγωγοί όπως το Ίδρυμα Farfield.

«Πηγαίναμε σε κάποιον στη Νέα Υόρκη, ο οποίος ήταν ένα γνωστό πλούσιο πρόσωπο και του λέγαμε «Θέλουμε να φτιάξουμε ένα ίδρυμα». Του εξηγούσαμε τι προσπαθούσαμε να κάνουμε και ότι δεσμευόμασταν να το κρατήσουμε απόρρητο και αυτός έλεγε «Φυσικά και θα το κάνω» και τότε δημοσιεύαμε μια επιστολή με το όνομά του και εμφανιζόταν και ένα ίδρυμα. Ήταν πραγματικά ένας πολύ εύκολος τρόπος.

Ο Julius Fleischmann ήταν στη σωστή θέση για ένα τέτοιο ρόλο. Μπήκε στο διοικητικό συμβούλιο του Διεθνούς Προγράμματος του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης – όπως έκαναν και πολλές ισχυρές προσωπικότητες που βρίσκονταν κοντά στην CIA .

Από αρχείο Ριζοσπάστη Κ. Σιμόνοφ

Στον Ιταλό αναγνώστη

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο δικαιώνει απόλυτα την επαναστατική δράση του καπιταλισμού στο παρελθόν. Η Ιταλία υπήρξε το πρώτο καπιταλιστικό έθνος. Το τέλος του φεουδαρχικού μεσαίωνα και η ανατολή της σύγχρονης καπιταλιστικής εποχής σημαδεύονται από μια γιγαντιαία μορφή: τη μορφή ενός ιταλού, του Δάντη, τελευταίου ποιητή του μεσαίωνα και πρώτου σύγχρονου ποιητή. Θα μας δώσει άραγε πάλι η Ιταλία το νέο Δάντη που θα σημάνει την ώρα της γέννησης αυτής της προλεταριακής εποχής;

πηγή Κείμενα για τη λογοτεχνία και την τέχνη, Μαρξ-΄Ενγκελς, παρ. C. Salinary, εκδ. Εξάντας

Από αρχείο Ριζοσπάστη Βασικά προβλήματα της λογοτεχνίας

Αγαπητέ Αλεξέι Μαξίμοβιτς!

Ζητώ χίλιες φορές συγγνώμη και παρακαλώ να μη με μαλώσετε για την αργοπορημένη (πολύ αργοπορημένη!) απάντηση. Είμαι παραφορτωμένος ως εκεί που δεν παίρνει. Εκτός απ’ αετό, ήμουν λιγάκι άρρωστος. Αετό βέβαια δεν μπορεί να με δικαιολογήσει. Όμως μπορεί κά­τι να εξηγήσει.

1) Δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτοκριτική. Δεν μπορούμε με κανένα τρόπο, Αλεξέι Μαξίμοβιτς. Χωρίς αυτοκριτική είναι αναπόφευκτη η στασιμότητα, το σάπι­σμα του μηχανισμού, η ανάπτυξη της γραφειοκρατίας, η υπονόμευση της δημιουργικής πρωτοβουλίας της εργατικής τάξης. Βέβαια η αυτοκριτική δίνει υλικό στους εχθρούς. Σ’ αυτό έχετε απόλυτα δίκιο. Μα η ίδια δίνει υλικό (και ώθηση) για την κίνησή μας προς τα μπρος, για την απο­δέσμευση της ανοικοδομητικής δραστηριότητας των εργαζομένων, για την ανάπτυξη της άμιλλας, για τις ουντάρνικες μπριγκάντες κτλ. Η αρνητική πλευρά καλύπτεται και υπερκαλύπτεται απ’ τη θετική.

Ίσως ο τύπος μας να υπογραμμίζει πάρα πολύ τις ελλείψεις μας και κάποτε (άθελα του) ακόμα και να τις διατυμπανίζει. Αυτό είναι δυνατό, και μάλιστα πιθανό.

Κι αυτό βέβαια είναι κακό. Γι’ αυτό ζητάτε να ισοφα­ρίσουμε (εγώ θα λεγα να υπερκαλύψουμε) τις ελλείψεις μας με τις επιτεύξεις μας. Και σ’ αυτό βέβαια έχετε δίκιο. Αυτό το κενό θα το συμπληρώσουμε οπωσδήποτε και χωρίς καθυστέρηση. Μπορείτε να μην αμφιβάλλετε γι’ αυτό.

2) Η νεολαία μας είναι λογής-λογής. Υπάρχουν γκρινιάρηδες, κουρασμένοι, απογοητευμένοι (σαν το Ζένιν). Υπάρχουν νέοι γεμάτοι σφρίγος, χαρούμενοι, δυνα­τοί σε θέληση και σε ασυγκράτητη ορμή να πετύχουν τη νίκη. Δεν μπορεί, τώρα που σπάζουμε τις παλιές σχέσεις της ζωής και δημιουργούμε καινούργιες, τώρα που χαλάμε τους συνηθισμένους δρόμους και δρομάκους και ανοίγουμε καινούργιους, ασυνήθιστους, τώρα που ολόκλη­ρες ομάδες του πληθυσμού που ζούσαν εύπορα εκτοπί­ζονται απ’ την τροχιά τους και μπαίνουν στο περιθώριο, κάνοντας τόπο για τα εκατομμύρια τους άλλοτε καταβασανισμένους και κατατυραγνισμένους—δεν μπορεί η νεολαία ν’ αποτελεί μια ομοιογενή μάζα ανθρώπων που μας συμπαθούν, δεν μπορεί να μην υπάρχει σ’ αυτήν διαφορο­ποίηση, διαιρέσεις. Πρώτο, μέσα στη νεολαία υπάρχουν γιοι παραλήδων. Δεύτερο, αν πάρουμε ακόμα και τη δι­κή μας (απ’ την κοινωνική της θέση) νεολαία, όλοι τους δεν έχουν αρκετά νεύρα, δύναμη, χαρακτήρα, κατανόηση για ν’ αντιληφθούν την εικόνα της μεγαλειώδικης συντρι­βής του παλιού και της πυρετώδικης ανοικοδόμησης του καινούργιου σαν εικόνα του επιβαλλόμενου και κα­τά συνέπεια του επιθυμητού, εικόνα που εξάλλου μοιάζει πολύ λίγο με το παραδεισιακό ειδύλλιο της «γενι­κής ευδαιμονίας» που θα μας έδινε τη δυνατότητα «ν’ αναπαυτούμε», «ν’ απολαύσουμε την ευτυχία». Εννοείται πως σε μια τέτια «ιλιγγιώδη αναμπουμπούλα» δεν μπο­ρούμε να μην έχουμε κουρασμένους, σπασμένους, ξεφτισμένους, απελπισμένους ανθρώπους που μας εγκαταλεί­πουν, και, τέλος, ανθρώπους που αυτομολούν στο στρα­τόπεδο του εχθρού. Είναι τα αναπόφευκτα «έξοδα» της επανάστασης.

Σήμερα το βασικό είναι ότι τον τόνο στη νεολαία μας δεν τον δίνουν οι γκρινιάρηδες, μα οι μαχητικοί μας κομσομόλοι, ο πυρήνας της νέας, της πολυάριθμης γενιάς των μπολσεβίκων-γκρεμιστών του καπιταλισμού, των μπολ­σεβίκων-οικοδόμων του σοσιαλισμού, των μπολσεβίκων- απελευθερωτών όλων των καταπιεζομένων και των υπο­δουλωμένων. Αυτού βρίσκεται η δύναμή μας. Αυτού και η εγγύηση της νίκης μας.

3) Αυτό βέβαια δε σημαίνει πώς δεν πρέπει να προ­σπαθούμε να περιορίσουμε τον αριθμό των κλαψιάρηδων, εκείνων που γκρινιάζουν, που αμφιβάλλουν κτλ., με την οργανωμένη ιδεολογική (και κάθε λογής άλλη) επίδραση μας πάνω τους. Απεναντίας, ένα από τα κυριότερα κα­θήκοντα του κόμματός μας, των πολιτιστικών οργανώσεών μας, του τύπου μας, των Σοβιέτ μας είναι να ορ­γανώσουν αυτή την επίδραση και να πετύχουν σοβαρά αποτελέσματα. Γι’ αυτό δεχόμαστε (οι φίλοι μας) εξολοκλήρου τις προτάσεις Σας:

α) να ιδρύσουμε το περιοδικό «Ζα Ρουμπεζόμ», β) να εκδόσουμε μια σειρά εκλαϊκευτικές συλλογές για τον «Εμφύλιο πόλεμο», χρησιμοποιώντας σ’ αυτή τη δουλιά τον Α. Τολστόι και άλλους τεχνίτες της πένας.

Χρειάζεται μόνο να προσθέσουμε ότι καμιά απ’ αυ­τές τις δουλιές δεν μπορούμε να την εμπιστευθούμε στην καθοδήγηση του Ράντεκ ή οποιουδήποτε απ’ τους φίλους του. Δεν πρόκειται για τις καλές ή όχι προθέσεις του Ράντεκ ή για την ευσυνειδησία του. Πρόκειται για τη λο­γική της φραξιονιστικής πάλης που δεν την απαρνήθηκαν ολότελα (δηλ. την πάλη) αυτός και οι φίλοι του (έμειναν μερικές σοβαρές διαφωνίες που θα τους σπρώ­χνουν στην πάλη). Η ιστορία του κόμματός μας (και όχι μόνο του δικού μας κόμματος) μας διδάσκει ότι η λογική των πραγμάτων είναι ισχυρότερη απ’ τη λογική των ανθρώπινων προθέσεων. Θαναι πιο σωστό την κα­θοδήγηση όλης αυτής της δουλιάς να την αναθέσουμε σε σταθερούς πολιτικά συντρόφους, και το Ράντεκ και τους φίλους του να τους χρησιμοποιήσουμε σα συνεργάτες. Αυτό θαναι το πιο σωστό.

4) Αφού εξετάσαμε με όλη τη σοβαρότητα το ζή­τημα της ίδρυσης ειδικού περιοδικού «Για τον πόλεμο», καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν σήμερα λόγοι για την έκδοση ενός τέτιου περιοδικού. Έχουμε τη γνώμη πως θαναι σκοπιμότερο να πραγματευόμαστε τα ζητήματα του πολέμου (εννοώ του ιμπεριαλιστικού πολέμου) στα πολιτικά περιοδικά που υπάρχουν. Πολύ περισσότερο που τα ζητήματα του πολέμου δεν μπορούμε να τα αποσπάσουμε απ’ τα ζητήματα της πολιτικής που έκφρασή τους είναι ο πόλεμος.

Όσο για τα πολεμικά διηγήματα, θα χρειαστεί να τα εκδόσουμε υστέρα από ενα καλό ξεδιάλεγμα. Στα βι­βλιοπωλεία φιγουράρουν πλήθος λογοτεχνικά διηγήματα που περιγράφουν τις «φρικαλεότητες» του πολέμου και εμπνέουν τον αποτροπιασμό για κάθε πόλεμο (όχι μόνο τον ιμπεριαλιστικό, μα και κάθε άλλον). Είναι αστικο-πασιφιστικά διηγήματα που η αξία τους δεν είναι μεγάλη. Εμάς μας χρειάζονται διηγήματα που να οδη­γούν τους αναγνώστες απ’ τις φρικαλεότητες του ιμπε­ριαλιστικού πολέμου στην ανάγκη να απομακρυνθούν oι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις που οργανώνουν τέτιους πολέμους. Αλλωστε δεν είμαστε ενάντια σε κάθε πόλεμο. Είμαστε ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σαν πόλεμο αντεπαναστατικό. ΄Ομως είμαστε υπέρ του απελευθερωτικού, του αντιιμπεριαλιστικού, του επαναστα­τικού πολέμου, παρά το γεγονός ότι ένας τέτιος πόλεμος, όπως είναι γνωστό, όχι μόνο δεν είναι απαλλαγμένος απ’ τις «φρικαλεότητες της αιματοχυσίας», μα και είναι γεμάτος απ’ αυτές.

Μου φαίνεται πως η θέση του Βορόνσκι, που ετοιμάζε­ται να εκστρατεύσει ενάντια στις «φρικαλεότητες» του πολέ­μου, πολύ λίγο διαφέρει απ’ τη θέση των αστών πασιφιστών.

5) Έχετε απόλυτα δίκιο, όταν λέτε ότι στον τύπο μας βασιλεύει μεγάλη σύγχυση σ’ ό,τι αφορά τα ζητήμα­τα της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας. Κάποτε γίνονται πολύ μεγάλες ανοησίες, που χύνουν νερό στο μύλο των εχθρών. Στον τομέα αυτόν έχουμε να κάνουμε τεράστια δουλιά. Όμως δεν πρόλαβα ακόμα να μιλήσω για τις προτάσεις Σας με τους συντρόφους της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας. Θα Σας γράψω γι’ αυτό το ζήτημα μια άλλη φορά.

6) Δεν μπορώ να ικανοποιήσω την αίτηση του Καμεγκούλοφ. Δεν εχω καιρό! Κι έπειτα, από που ως που εγώ είμαι κριτικός, που να πάρει ο διάβολος!

Τέλειωσα.

Σας σφίγγω θερμά το χέρι και Σας εύχομαι υγεία.

Ευχαριστώ για τα χαιρετίσματα.

Ι. Στάλιν

Λένε πως Σας χρειάζεται γιατρός απ’ τη Ρωσία. Εί­ναι αλήθεια; Ποιον ακριβώς χρειάζεστε; Γράψτε να τον στείλουμε.

Ι. Στ.

17 του Γενάρη 1930

πηγή 12 τόμος απάντων Στάλιν

Χαιρετιστήριο στο Μαξίμ Γκόρκι

Αγαπητέ Αλεξέι Μαξίμοβιτς !

Σας χαιρετίζω ολόψυχα και Σας σφίγγω δυνατά το χέρι. Σας εύχομαι πολλά χρόνια ζωής και δουλιάς προς χαρά όλων των εργαζομένων και προς τρόμο των εχθρών της εργατικής τάξης.

Ι. Στάλιν

Πράβντα 23 του Σεπτέμβρη 1932

πηγή 13 τόμος απάντων Στάλιν