Πέθανε ο Τολστόι. Η παγκόσμια σημασία του σαν καλλιτέχνη, η παγκόσμια φήμη του σαν στοχαστή και κήρυκα, αντικαθρεπτίζουν, η κάθε μια με τον τρόπο της, την παγκόσμια σημασία της ρωσικής επανάστασης.

 
Ο Λ.Ν. Τολστόι έκανε την εμφάνισή του σαν μεγάλος καλλιτέχνης ακόμη και από τον καιρό της δουλοπαροικίας. Σε πολλά μεγαλοφυή έργα που έγραψε στο διάστημα των πενήντα και πάνω χρόνων της φιλολογικής του δράσης, περιέγραψε κυρίως την παλιά, την προεπαναστατική Ρωσία, που εξακολουθούσε να μένει και ύστερα από το 1861 σε κατάσταση μισοδουλοπαροικίας, τη Ρωσία του χωριού, τη Ρωσία του τσιφλικά και του αγρότη. Ο Λ. Τολστόι, περιγράφοντας την περίοδο αυτής της ιστορικής ζωής της Ρωσίας, κατόρθωσε να βάλει στα έργα του τόσο μεγάλα ζητήματα, κατόρθωσε να φτάσει σε τέτοιο καλλιτεχνικό ύψος, που τα έργα του πήραν μια από τις πρώτες θέσεις στην παγκόσμια λογοτεχνία. Η εποχή της προετοιμασίας της επανάστασης σε μια από τις χώρες που δυναστεύονταν από τους φεουδάρχες πρόβαλε, χάρη στο μεγαλοφυές φώτισμά της από τον Τολστόι, σαν ένα βήμα προς τα μπρος στην καλλιτεχνική ανάπτυξη όλης της ανθρωπότητας.

 
Ο Τολστόι-καλλιτέχνης είναι γνωστός σε μια ελάχιστη μειοψηφία ακόμη και στη Ρωσία. Για να γίνουν τα μεγάλα του έργα πραγματικό κτήμα όλων, χρειάζεται αγώνας και αγώνας ενάντια στο κοινωνικό καθεστώς που καταδίκασε εκατομμύρια και δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην αμάθεια, στην αποβλάκωση, στη δουλειά κατέργου και στην εξαθλίωση• χρειάζεται η σοσιαλιστική επανάσταση.

 
Και ο Τολστόι δεν έδωσε μόνο λογοτεχνικά έργα, που πάντα θα τα εκτιμούν και θα τα διαβάζουν οι μάζες, όταν θα δημιουργήσουν ανθρώπινες συνθήκες ζωής για τον εαυτό τους, αφού ανατρέψουν το ζυγό των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, αλλά κατόρθωσε με υπέροχη δύναμη να μεταδώσει την ψυχολογία των πλατιών μαζών που καταπιέζονται από το σημερινό καθεστώς, να περιγράψει την κατάστασή τους, να εκφράσει το αυθόρμητο αίσθημά τους, αίσθημα διαμαρτυρίας και αγανάκτησης.

 
Ο Τολστόι που ανήκε κυρίως στην εποχή 1861-1904, ενσάρκωσε με καταπληκτική παραστατικότητα στα έργα του –και σαν καλλιτέχνης και σαν στοχαστής και κήρυκας- τα χαρακτηριστικά της ιστορικής ιδιομορφίας όλης της πρώτης ρωσικής επανάστασης, τη δύναμη και την αδυναμία της.

 
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της επανάστασής μας είναι ότι ήταν αγροτική αστική επανάσταση σε μια εποχή πολύ μεγάλης ανάπτυξης του καπιταλισμού σ’ όλο τον κόσμο και σχετικά μεγάλης ανάπτυξής του στη Ρωσία. Ήταν αστική επανάσταση, γιατί το άμεσο καθήκον της ήταν η ανατροπή της τσαρικής απολυταρχίας, της τσαρικής μοναρχίας κα η κατάργηση της τσιφλικάδικης γαιοκτησίας και όχι η ανατροπή της κυριαρχίας της αστικής τάξης. Η αγροτιά ειδικά δεν κατανοούσε αυτό το τελευταίο καθήκον, δεν κατανοούσε τη διαφορά του από τα πιο κοντινά και άμεσα καθήκοντα του αγώνα. Και ήταν αγροτική αστική επανάσταση, γιατί οι αντικειμενικές συνθήκες έβαζαν σε πρώτη γραμμή το πρόβλημα της αλλαγής των βασικών συνθηκών ζωής της αγροτιάς, της συντριβής της παλιάς μεσαιωνικής γαιοκτησίας, «του καθαρίσματος του εδάφους» για τον καπιταλισμό, γιατί οι αντικειμενικές συνθήκες πρόβαλαν στο στίβο τη λίγο-πολύ ανεξάρτητη ιστορική δράση των αγροτικών μαζών.

 
Στα έργα του Τολστόι εκφράστηκε και η δύναμη και η αδυναμία, και η ισχύς και η στενότητα ακριβώς του μαζικού κινήματος των αγροτών. Η φλογερή, η γεμάτη πάθος, πολλές φορές αμείλικτα αυστηρή διαμαρτυρία του ενάντια στο κράτος και την αστυνομική-επίσημη εκκλησία δίνει την ψυχολογία της πρωτόγονης αγροτικής δημοκρατίας, στην οποία οι αιώνες του δουλοπαροικιακού καθεστώτος, της υπαλληλοκρατικής ασυδοσίας και ληστείας, του εκκλησιαστικού ιησουϊτισμού, της απάτης και αγυρτείας συσσώρευσαν βουνά οργής και μίσους. Η αδιάλλακτη άρνηση από μέρους του της ατομικής ιδιοκτησίας γης δίνει την ψυχολογία των αγροτικών μαζών σε μια ιστορική στιγμή που η παλιά μεσαιωνική γαιοκτησία και των τσιφλικάδων και του δημοσίου είχε γίνει αφόρητο εμπόδιο για την παραπέρα ανάπτυξη της χώρας, και που η παλιά αυτή γαιοκτησία, ήταν αναπόφευκτα καταδικασμένη στην πιο απότομη και ανελέητη καταστροφή. Το ακατάπαυστο και γεμάτο από βαθύτατο αίσθημα και φλογερότατη αγανάκτηση κατηγορώ του ενάντια στον καπιταλισμό δίνει όλη τη φρίκη του πατριαρχικού αγρότη που πάνω του ρίχνεται ένας καινούργιος, αόρατος, ακατανόητος εχθρός, που έρχεται κάπου απ’ την πόλη ή κάπου από το εξωτερικό, καταλύοντας όλα τα «θεμέλια» της ζωής του χωριού, φέρνοντας μαζί του πρωτοφανέρωτη καταστροφή, εξαθλίωση, λιμοκτονία, βαρβαρότητα, πορνεία, σύφιλη, όλα τα δεινά της «εποχής της πρωταρχικής συσσώρευσης», επαυξημένα στο εκατονταπλάσιο με τη μεταφορά στο ρωσικό έδαφος των νεότατων τρόπων ληστείας, που επεξεργάστηκε ο κύριος Κουπόν.

 
Ο φλογερός όμως διαμαρτυρόμενος, ο γεμάτος πάθος κατήγορος, ο μεγάλος κριτικός έδειξε ταυτόχρονα στα έργα του μια τέτοια έλλειψη κατανόησης των αιτίων της κρίσης και των μέσων για την απαλλαγή από την επερχόμενη κρίση στη Ρωσία, που θα ταίριαζε μόνο σ’ ένα συγγραφέα με ευρωπαϊκή μόρφωση. Ο αγώνας ενάντια στο δουλοπαροικιακό και αστυνομικό κράτος, ενάντια στη μοναρχία, μετατρεπόταν στα έργα του σε άρνηση της πολιτικής, κατέληγε στη διδασκαλία της «μη αντίστασης στο κακό», οδήγησε στην ολοκληρωτική απομάκρυνσή του από τον επαναστατικό αγώνα των μαζών το 1905-1907. Ο αγώνας ενάντια στην επίσημη εκκλησία ταυτιζόταν με την κήρυξη μιας νέας, αποκαθαρμένης θρησκείας, δηλαδή ενός νέου, αποκαθαρμένου, ραφιναρισμένου δηλητηρίου για τις καταπιεζόμενες μάζες. Η άρνηση της ατομικής ιδιοκτησίας γης δεν οδηγούσε στη συγκέντρωση όλου του αγώνα ενάντια στον πραγματικό εχθρό, ενάντια στην τσιφλικάδικη γαιοκτησία και το πολιτικό όργανο της εξουσίας της, δηλ. τη μοναρχία, αλλά σε ονειροπαρμένους, αόριστους, ανίσχυρους αναστεναγμούς. Το κατηγορώ του ενάντια στον καπιταλισμό και τα δεινά που φέρνει στις μάζες ανακατευόταν με μια τελείως παθητική στάση απέναντι στην παγκόσμια απελευθερωτική πάλη που κάνει το διεθνές σοσιαλιστικό προλεταριάτο.